Τι είναι αρκετό για να χάσει μια μάνα την ψυχή της; Τα όσα πέρασαν οι μάνες του Πόντου δεν είχαν όριο. Πόνεσαν για την πατρίδα που έχασαν. Έκλαψαν για το άδικο. Λύγισαν για τα παιδιά που έθαψαν.
Τραπεζούντα, 1918. Οι Νεότουρκοι πλέον ήταν ασυγκράτητοι. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να εξοντώσουν το χριστιανικό στοιχείο. Βιάζουν, λεηλατούν, ατιμάζουν. Σκελετωμένοι άνθρωποι που μοιάζουν με σκιές, βαδίζουν αγόγγυστα προς τα τάγματα εργασίας. Οι μάνες του Πόντου για να γλιτώσουν από τις θηριωδίες και τις σφαγές των Τούρκων, θα κρυφτούν άλλες στα βουνά της Σάντας και άλλες θα αναζητήσουν καταφύγιο στον Καύκασο. Με μοναδικό τους εφόδιο τη δύναμη για ζωή, θα αναμετρηθούν με τον πόνο της απώλειας και του ματωμένου ξεριζωμού από τη γενέθλια γη. Δεν θα ανασάνουν πια τη μυρωδιά της μάνας πατρίδας. Έχουν χάσει τον Πόντο τους. Για πάντα.
Και μόλις η ζωή τους χαμογελάσει ξανά, έστω και αχνά, η ιστορία επαναλαμβάνεται, σαν να προσπαθούσε ο θεός να τις κάνει ακόμα πιο δυνατές μέσα από τις πικρές λύπες. Κατατρεγμένες από τις Σοβιετικές αρχές, πρέπει για δεύτερη φορά να παλέψουν με τα θεριά της φύσης. Ο δρόμος θα τους οδηγήσει στην αγκαλιά της Ελλάδας, της πατρίδας που θα τους δεχτεί με καχυποψία.
Οι μάνες του Πόντου, κουβαλώντας τη δύναμη με την οποία τις είχε μπολιάσει η ρίζα τους, θα δώσουν τον αγώνα τους, και σε πείσμα κάθε δυσκολίας, θα καταφέρουν να σηκωθούν, όσες φορές και αν χρειαστεί να λυγίσουν.
Ευγενία, Σοφία, Δωροθέα. Τρεις γυναίκες που έζησαν τον ξεριζωμό, βιώνοντας τον μέγιστο πόνο για αυτά που άφησαν πίσω. Τρεις γυναίκες που κρίθηκαν όχι μόνο από τη στάση τους απέναντι στη ζωή, αλλά απέναντι στο θάνατο. Μια αληθινή ιστορία ζωής μέσα από τις μαρτυρίες τους.